Mesimvrini S.A.

Υπερπλεονάσματα σε οικονομία χαμηλής πτήσης .

Η στρατηγική επιλογή για τη δημιουργία και διατήρηση πρωτογενών υπερπλεονασμάτων αποτελούν βασικό συστατικό της δημοσιονομικής πολιτικής στην Ελλάδα την τελευταία 3ετία. Ωθούμενοι ομολογουμένως από τις υψηλές ανάγκες εξυπηρέτησης του ελληνικού χρέους, οι θεσμικοί πιστωτές επιβάλλουν ιδιαίτερα φιλόδοξους στόχους τους οποίους παρ’ όλα αυτά η κυβέρνηση υπερβαίνει θεαματικά. Η «Ν» διερευνά πώς διαμορφώνεται το συγκεκριμένο δημοσιονομικό αποτέλεσμα, τι συνεπάγεται για την οικονομία και ποιες είναι ενδεχομένως οι εναλλακτικές επιλογές. Την ανάλυση συνδράμουν ο Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ Νίκος Βέττας, ο Συντονιστής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή Φραγκίσκος Κουτεντάκης και το πρώην ανώτερο στέλεχος του ΔΝΤ Θάνος Κατσάμπας.

Η ανατομία ενός υπερπλεονάσματος

Το πρωτογενές αποτέλεσμα στο 10μηνο του έτους είναι σχεδόν διπλάσιο του στόχου (6,4 δισ. ευρώ έναντι πρόβλεψης για 3,5 δισ. ευρώ). Δεν είναι η πρώτη φορά. Τα υπερπλεονάσματα των τελευταίων 3 ετών προκύπτουν στην πραγματικότητα από τη δραστική αύξηση των φορολογικών εσόδων, την αθέτηση πληρωμών του κράτους προς τον ιδιωτικό τομέα και την υποεκτέλεση των δημοσίων δαπανών. Το πρόβλημα είναι ότι και οι τρεις αυτές παράμετροι αφαιρούν πόντους από την προσπάθεια να ενισχυθούν το ΑΕΠ και η απασχόληση. Ειδικότερα,

  • Η επιθετική πολιτική τόσο στην επιβολή των φόρων (ελληνική πρωτιά στις αυξήσεις φόρων στον ΟΟΣΑ) όσο και στη διασφάλιση των εισπράξεων (3,9 εκατ. οφειλέτες στην εφορία, αναγκαστικά μέτρα είσπραξης σχεδόν στους μισούς) μάλλον αποθαρρύνει αντί να ενθαρρύνει τις επενδύσεις και την ανάπτυξη.
  • Το μεγάλο απόθεμα των ληξιπρόθεσμων οφειλών του δημοσίου (όπως εκκρεμείς επιστροφές φόρου και απλήρωτες δαπάνες σε προμηθευτές) στερεί πολύτιμους πόρους από την πραγματική οικονομία. Επιπλέον, εγείρει ερωτήματα ως προς την αυθεντικότητα αλλά και τη βιωσιμότητα των πρωτογενών υπερπλεονασμάτων, δεδομένου ότι τα δημοσιονομικά «επιτεύγματα» της τελευταίας 3ετίας δεν θα ήταν δυνατό να εμφανιστούν, πολύ απλά, αν το κράτος εξοφλούσε τους ιδιώτες.
  • Το «πάγωμα» των δημοσίων επενδύσεων αφαιρεί δαπάνες δυνητικής προστιθέμενης αξίας και τορπιλίζει την εθνική προσπάθεια υλοποίησης επενδύσεων (εκτιμάται ότι απαιτούνται 100 δισ. ευρώ τα επόμενα χρόνια) για την επιστροφή της οικονομίας στα προ κρίσης επίπεδα.