Η τουρκική λίρα υποχώρησε σε νέο χαμηλό έναντι του δολαρίου, με τη χώρα να βρίσκεται στο επίκεντρο της αποχώρησης των επενδυτών από τις αναδυόμενες αγορές, αναφέρει η The Wall Street Journal.
Η λίρα έχει υποχωρήσει 5% φέτος. Οι επενδυτές εκφράζουν ανησυχίες ότι οι Τούρκοι ηγέτες θα συναντήσουν προβλήματα στην προσπάθειά τους να διορθώσουν την οικονομία της χώρας, η οποία παραπαίει από την πολιτική αστάθεια, τη χαμηλότερη ανάπτυξη και τη μείωση των ξένων επενδύσεων.
Τα συσσωρευμένα προβλήματα της Τουρκίας επίσης αντανακλούν την άποψη μεταξύ των επενδυτών ότι τα χειρότερα δεν έχουν περάσει για πολλές αναδυόμενες αγορές, ακόμη και μετά από την μεγάλη πτώση που βίωσαν τα νομίσματα και οι τιμές των ομολόγων, από τη Βραζιλία και τη Νότια Αφρική μέχρι την Ινδία.
Το selloff συνέβη σπασμωδικά για μήνες, καθώς η αμερικανική κεντρική τράπεζα ανακοίνωσε τα σχέδιά της για μείωση των αγορών ομολόγων, προκαλώντας άνοδο των αποδόσεων των αμερικανικών ομολόγων. Πολλοί επενδυτές ανησυχούν ότι καθώς τα αμερικανικά ομόλογα γίνονται πιο ελκυστικά, οι αναπτυσσόμενες χώρες θα ανακαλύψουν ότι πλέον θα είναι πιο δαπανηρή η αναχρηματοδότηση των ομολόγων τους, βάζοντας νέους περιορισμούς σε οικονομίες που ήδη βρίσκονται αντιμέτωπες με την επιβράδυνση της ανάπτυξης και την αύξηση των εμπορικών ελλειμμάτων.
Όπως επισημαίνει η The Wall Street Journal, ο MSCI Emerging Markets Currency Index εμφανίζει πτώση 0,6% έναντι του δολαρίου φέτος. Τον προηγούμενο χρόνο ο δείκτης υποχώρησε 3%. Ακόμη και στο Μεξικό, που θεωρείται μια σχετικά υγιής αναπτυσσόμενη οικονομία, το πέσο μετρά απώλειες σχεδόν 2% φέτος.
«Οι επενδυτές βάζουν μήλα και πορτοκάλια στο ίδιο καλάθι. Όλα τα νομίσματα των αναδυόμενων αγορών πλήττονται στον ίδιο βαθμό», τονίζει η Sara Zervos, η οποία διαχειρίζεται 12,9 δισ. δολάρια στην Oppenheimer Funds.
Η τελευταία πτώση της λίρας ήρθε μετά από τη διατήρηση των επιτοκίων από την κεντρική τράπεζα της Τουρκίας, απογοητεύοντας τους επενδυτές που ήλπιζαν ότι οι φορείς χάραξης πολιτικής θα αύξαναν το κόστος δανεισμού για να αντιμετωπίσουν τον πληθωρισμό.
Οι αγορές είχαν υψηλές προσδοκίες για τη συνάντηση αυτή της κεντρικής τράπεζας της Τουρκίας, η οποία, όπως ανέμεναν πολλοί, θα παρουσίαζε μια νέα κλίση προς μεγαλύτερη διαφάνεια και πιο ορθόδοξες πολιτικές. Αντίθετα, η κεντρική τράπεζα ανακοίνωσε ένα νέο επιτόκιο 9% για τις τράπεζες που θα ισχύει μόνο στη διάρκεια ακραίων ημερών νομισματικής σύσφιξης, στο τελευταίο από μια σειρά μη συμβατικών μέτρων αντιμετώπισης του πληθωρισμού.
Οι επενδυτές τονίζουν ότι οι απρόβλεπτες πολιτικές της κεντρικής τράπεζας της Τουρκίας έχουν αυξήσει τις ανησυχίες τους για την οικονομία της χώρας.
«Είναι ξεκάθαρο ότι η πολιτική θα υπερισχύσει της διαχείρισης του κλίματος της αγοράς στην Τουρκία», δήλωσε ο James Barrineau της Schroders με 415,8 δισ. δολάρια υπό διαχείριση. «Εάν είναι πρόθυμοι να επιτρέψουν στο νόμισμα να υποχωρήσει περαιτέρω, το μόνο που θέλει κανείς είναι να βγει από εκεί».
Ο Barrineau δήλωσε ότι μείωσε τη συμμετοχή του σε τουρκικά ομόλογα σε λίρα, ύστερα από την απόφαση της κεντρικής τράπεζας να μην αυξήσει τα επιτόκια. Αυτές οι απαισιόδοξες θέσεις για την Τουρκία, θα μπορούσαν να αλλάξουν γρήγορα εάν η κεντρική τράπεζα της χώρας αυξήσει τα επιτόκια, δηλώνει η Irem Duzovalilar, η οποία διαπραγματεύεται τουρκικές μετοχές στην Auerbach Grayson. Ορισμένοι επενδυτές δηλώνουν ότι μπορεί να εφαρμοστούν αργότερα φέτος οικονομικές μεταρρυθμίσεις, ύστερα από τις εθνικές εκλογές. Η Duzovalilar τονίζει πως «οι επενδυτές θέλουν να δουν σημάδια πολιτικής σταθερότητας».
Αλλά, όπως επισημαίνει η The Wall Street Journal, μέχρι να εμφανιστούν αυτά τα σημάδια, η λίρα αναμένεται ευρέως να υποχωρήσει περαιτέρω. Στο τέλος, η τουρκική κεντρική τράπεζα, όπως και οι ομόλογοί της σε άλλες αναδυόμενες αγορές, ίσως να μην είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν μια άνοδο του δολαρίου εάν η αμερικανική οικονομία ενισχυθεί. Όσο το δολάριο ενισχύεται, οι πολιτικές που κάποτε είχαν αποτέλεσμα στο να ενισχύσουν άλλα νομίσματα, πλέον δεν αποδεικνύονται αποτελεσματικές, αναφέρουν οι αναλυτές.
«Τα νομίσματα που θεωρούσαν ότι βρισκόταν σε ένα συναλλαγματικό πόλεμο έναντι του αποδυναμωμένου δολαρίου, βρίσκουν τώρα τον εαυτό τους να αγωνίζονται ενάντια στην πιο παραδοσιακή μάστιγα των αναδυόμενων αγορών: έναν κύκλο ισχυρότερου δολαρίου που είναι ακόμη μόνο στην αρχή του», σχολιάζει αναλυτής της Deutsche Bank, ο Alan Ruskin.
Πηγή: www.capital.gr