Mesimvrini S.A.

Η άγνωστη «βιομηχανία» της Αθήνας .

5a4851c23e31e40adb944b7bc958f48b_XL.jpg,qt=-62169984000.pagespeed.ce.salXuSr7e4

Και όμως η Αθήνα έχει την δική της βιομηχανία» – μια ιδιαίτερη και ξεχωριστή «βιομηχανία», εντελώς μεταβιομηχανική, αρκετά δυναμική και κάτω από συγκεκριμένες προϋποθέσεις απόλυτα προσοδοφόρα για την τοπική οικονομία και αγορά. Αλλά, ποια είναι αυτή η άγνωστη … «βιομηχανία»;

Το κακό είναι ότι δεν έχει ένα και μόνο όνομα. Το καλό είναι ακριβώς αυτό καθώς ο πληθυντικός αριθμός των ονομάτων και των ορισμών της αποδεικνύει πέραν όλων των άλλων την δύναμη της μέσα από την ευρύτητα των δραστηριοτήτων της και των πολλαπλών επιλογών που επιτρέπουν στον τελικό χρήστη τα συνδυαστικά πακέτα των προϊόντων και των υπηρεσιών της.

Με λίγα λόγια, πρόκειται για την «βιομηχανία» που ξεκινά από τα «τσολιαδάκια» του 21ου αιώνα περνάει μέσα από τα υψηλής προστιθέμενης αξίας επώνυμα προϊόντα της ελληνικής γης και καταλήγει στις πιο ευφάνταστες εφαρμογές της ψηφιακής τεχνολογίας. Και όλα αυτά στο έδαφος μιας urban culture αντίληψης για την πόλη και την ζωή σε αυτήν.

Αλλά, ας μείνουμε για λίγο στο πεδίο των ορισμών. Άλλωστε, οι ορισμοί στην εποχή μας έχουν την δική τους σημασία και καταδεικνύουν το μέγεθος των αξιών που κρύβονται πίσω από τους ορισμούς.

Στο site της ομάδας Creativity Platform – που είναι ένα μη-κερδοσκοπικό συλλογικό σχήμα που επιθυμεί να αποτελέσει μια διεπιστημονική πλατφόρμα ανταλλαγής ιδεών, δράσης, έρευνας και εφαρμογών γύρω από τα θέματα του «δημιουργικού κεφαλαίου» και της «δημιουργικής οικονομίας» στην πόλη της Θεσσαλονίκης και του ελληνικού χώρου γενικότερα- διαβάζουμε τα εξής: {Η «δημιουργική βιομηχανία» (creative industry) καταγράφεται ως μια ιδιαίτερα δυναμική και αναπτυσσόμενη συνιστώσα της οικονομίας των πόλεων και των xωρών και ως τέτοια, βρίσκεται, τα τελευταία χρόνια, στο επίκεντρο των διεθνών και των ευρωπαϊκών στρατηγικών ανάπτυξης. Η αποκαλούμενη «δημιουργική βιομηχανία» – παρά το γεγονός ότι ο όρος «βιομηχανία» χρησιμοποιείται εδώ καταχρηστικά – αναφέρεται σε μια παραγωγική διαδικασία έντασης γνώσης και ταλέντου που «έχει τις ρίζες της στην ατομική δημιουργικότητα, τις ικανότητες και το ταλέντο και παρουσιάζει σημαντική δυναμική για ανάπτυξη και δημιουργία θέσεων εργασίας μέσα από την παραγωγή και εκμετάλλευση πνευματικής εργασίας» (ορισμός που δόθηκε από το UK Government Department for Culture, Media and Sport –DCMS, το 2001, και είναι σήμερα ευρύτερα αποδεκτός).

Επίσης διαχωρίζεται ο όρος «πολιτιστική βιομηχανία», ως υποκατηγορία της «δημιουργικής βιομηχανίας» η οποία ορίζεται από την UNESCO ως «η βιομηχανία που συνδυάζει τη δημιουργία, την παραγωγή και την εμπορευματοποίηση άυλης εργασίας, πολιτιστικής φύσης, το αντικείμενο της οποίας συνήθως προστατεύεται από κανόνες πνευματικών δικαιωμάτων και μπορεί να πάρει τη μορφή αγαθού ή υπηρεσίας}.

Ας πάμε λίγα βήματα παρακάτω και να συναντήσουμε την μελέτης της κας Σοφίας Λαζαρέτου από την Τράπεζα της Ελλάδος. Η μελέτη που έχει τίτλο Η Έξυπνη Οικονομία: «Πολιτιστικές» και «Δημιουργικές» Βιομηχανίες στην Ελλάδα. Μπορούν να αποτελέσουν προοπτική εξόδου από την κρίση; και εκδόθηκε τον Φεβρουάριο του 2014. Στη περίληψη της μελέτης διαβάζουμε: «(…)Κατ’ επέκταση, ως δημιουργικά ορίζονται τα επαγγέλματα που σχετίζονται με το σύνολο της πολιτιστικής και δημιουργικής βιομηχανίας όπως οι εικαστικές τέχνες (ζωγραφική, γλυπτική, φωτογραφία κλπ), οι παραστατικές τέχνες (θέατρο, χορός, μουσική κλπ), εφαρμοσμένες τέχνες (γραφιστική, product design, web design κλπ), η αρχιτεκτονική, η λογοτεχνία αλλά και ό,τι σχετίζεται με την αναπαραγωγή τους όπως εκδόσεις, περιοδικά, εφημερίδες, ραδιόφωνο, τηλεόραση, διαφήμιση κ.ά».

Από την ίδια μελέτη επιλέγουμε δύο μικρά, πολύ χρήσιμα αποσπάσματα: α) «Πολλές πόλεις και περιοχές, διεθνώς, έχουν αξιοποιήσει το ανθρώπινο δημιουργικό τους κεφάλαιο επενδύοντας σε στρατηγικές και πολιτικές που προάγουν ισχυρές ταυτότητες στα διάφορα μεγάλα πεδία της δημιουργικής οικονομίας: μουσική, κινηματογράφος, λογοτεχνία, εφαρμοσμένες και καλές τέχνες. Στην Ελλάδα δεν έχει ανοίξει ένας ουσιαστικός διάλογος γύρω από την αξιοποίηση του σημαντικού αυτού κεφαλαίου που διαθέτουν οι πόλεις και οι περιοχές της και ως συνέπεια δεν έχουν ενεργοποιηθεί αντίστοιχες πολιτικές.Με την αξιοποίηση της νέας τεχνολογίας και των εφαρμογών της, η επένδυση στο χώρο του πολιτισμού και της δημιουργίας δεν απαιτεί μεγάλα χρηματικά κεφάλαια. Απαιτεί όμως ευστροφία, φαντασία, δημιουργική αντίληψη, ποιότητα έκφρασης, εξωστρέφεια, δεξιοτεχνία, ικανοποιητικό βαθμό προσαρμοστικότητας στις μεταβαλλόμενες
συνθήκες, συνεχή εκπαίδευση και ενημέρωση. Η επάρκεια των προς επένδυση χρηματικών κεφαλαίων, το χαμηλό κόστος παραγωγής και η χαμηλή τιμή πώλησης δεν αποτελούν πλέον τους μόνους προσδιοριστικούς παράγοντες της επίδοσης της επιχειρηματικής δραστηριότητας στο χώρο αυτό. Η μοναδικότητα και η επωνυμία, η
δυνατότητα αποκόμισης προσωπικών εμπειριών και συγκινήσεων είναι εξίσου σημαντικοί προσδιοριστικοί παράγοντες της παραγωγικότητας και του συγκριτικού πλεονεκτήματος».

β) «Η σημασία της ανάπτυξης του νέου αυτού τομέα για την ελληνική οικονομία είναι πολύ μεγάλη. Η δομή της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας παρουσιάζει μια σειρά από ιδιαιτερότητες, όπως:
(i) το μεσαίο έως πολύ μικρό μέγεθος των επιχειρήσεων,
(ii) ο υψηλός βαθμός έντασης εργασίας,
(iii) η προσωπική ταυτότητα της δημιουργίας,
(iv) η παραγωγική ή «δημιουργική» φαντασία, με την έννοια της ικανότητας επεξεργασίας νέων χρήσιμων εικόνων και εννοιών,
(v) η ελευθεριότητα σκέψης και νόησης και η διάθεση κριτικής,
(vi) η ευκολία προσαρμογής στο διαρκώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον,
(vii) η αισθητική και η ποιότητα έκφρασης,
(viii) η έμφαση στην καινοτομία,
(ix) η πλεονεκτική γεωγραφική θέση της χώρας και οι ευνοϊκές καιρικές
συνθήκες,
(x) η μοναδικότητα της γλώσσας,
(xi) το απόθεμα τεχνογνωσίας και εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού.
Αυτές οι ιδιαιτερότητες παρέχουν συγκριτικό πλεονέκτημα στις ελληνικές
επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον αναδυόμενο τομέα του πολιτισμού και της δημιουργίας».

Η Αθήνα και δίπλα της, ο Πειραιάς και η ενδοχώρα της Αττικής διαθέτουν και έμψυχο δυναμικό με υψηλά ποιοτικά στάνταρ, απόθεμα ιστορικής και πολιτιστικής κληρονομιάς ανεκτίμητης αξίας , πληθώρα από δίκτυα και υποδομές πολιτισμού διεθνούς εμβέλειας αλλά και μια σύγχρονη και δυναμική urban culture σκηνή.

Σε μία παλαιότερη σχετική έρευνα συμμετείχε ο βιομηχανικός σχεδιαστής Σέργιος Φωτιάδης της ομάδας των we design.Η παρέμβαση του είχε ως εξής: «Το ενδιαφέρον μας να επαναπροσδιορίσουμε την έννοια του αναμνηστικού προϊόντος μάς οδήγησε στη δημιουργία της σειράς Greece Revisited, όπου αποτυπώνονται αναφορές σε στοιχεία από την Ιστορία, τη φύση, την παράδοση και την καθημερινότητα της Ελλάδας, με χιουμοριστική διάθεση σε καθημερινά χρηστικά αντικείμενα. Ο σχεδιασμός και η παραγωγή γίνονται από την αρχή και εξ ολοκλήρου στην Ελλάδα. Σαν ομάδα δίνουμε έμφαση στην υψηλή ποιότητα των προϊόντων μας, προσφέροντας έτσι επιλογή στους πιο απαιτητικούς και ευαισθητοποιημένους τουρίστες, εγχώριους και μη.

Στην Ελλάδα διανύουμε μια περίοδο όπου έχουμε συνειδητοποιήσει πλέον ότι μπορούμε και πρέπει να αλλάξουμε πολλά πράγματα. Γίνονται πολλές ενέργειες και προσπάθειες σε όλους τους τομείς και μέσα από τη δημιουργική σκέψη και τον συντονισμό πολλές από αυτές διαπρέπουν. Υπάρχει πολύς χώρος ακόμα για εξέλιξη, ενώ οι συλλογικές κινήσεις και οι συνεργασίες είναι απαραίτητες».

Ο Σέργιος Φωτιάδης είναι ένας από τους εκπροσώπους της νέας γενιάς αναμνηστικών. Τα τελευταία αποτελούν ένα κλάδο της «δημιουργικής βιομηχανίας» που μπορεί να αποτελέσει την αιχμή του δόρατος για την τοπική οικονομία της Αθήνας αρκεί να εξασφαλισθούν όλες εκείνες οι απαραίτητες και αναγκαίες πλατφόρμες συνάντησης με τα εκατομμύρια των επισκεπτών του νέου Μουσείου της Ακρόπολης, του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, του Παρθενώνα κ.α.

Πηγή  :   newmoney.gr